Στα μέσα Απριλίου η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Σλοβακία και η Βουλγαρία απαγόρευσαν μονομερώς την εισαγωγή σιτηρών και άλλων αγροτικών προϊόντων από την Ουκρανία καθώς η συσσώρευσή τους προκάλεσε την πτώση των τιμών στις τοπικές αγορές.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατέληξε στα τέλη Απριλίου σε μια συμφωνία με αυτές τις τέσσερις χώρες και τη Ρουμανία, που προβλέπει ότι μπορούν να μπλοκάρουν τη διάθεση του ουκρανικού σιταριού, καλαμποκιού και ηλιελαίου στην εγχώρια αγορά τους, υπό τον όρο ότι δεν θα απαγορεύουν τη διαμετακόμισή τους προς άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Αυτό όμως άνοιξε τις πόρτες για να μπουν τα ουκρανικά αγροτικών προϊόντα (σιτηρά, ηλιόσπορο κ.α.) στις άλλες χώρες της ΕΕ και να αρχίσει η πίεση τιμών και σε αυτές τις χώρες.
Υπενθυμίζεται ότι τον Μάιο του 2022 η ΕΕ κατήργησε τους τελωνειακούς δασμούς για τα αγροτικά προϊόντα της Ουκρανίας, λόγω του πολέμου με τη Ρωσία και η κατάργηση θα ανανεωθεί για ακόμη ένα χρόνο.
Οι υπουργοί Γεωργίας 12 κρατών μελών της ΕΕ, μεταξύ των οποίων η Ελλάδα (που δεν αντίδρασε κατά της Βουλγαρίας και Ρουμανίας νομίζοντας ότι δεν θα κάνει δεκτές αυτές τις αποφάσεις η Κομισιόν), η Γαλλία και η Γερμανία, εξέφρασαν «σοβαρές ανησυχίες» για τους περιορισμούς που επέβαλαν πέντε χώρες της ανατολικής Ευρώπης στις εισαγωγές ουκρανικών σιτηρών, στο πλαίσιο συμβιβαστικής συμφωνίας που επιτεύχθηκε στα τέλη Απριλίου με τις Βρυξέλλες.
Αυτά τα μέτρα «επιλεκτικού περιορισμού των εισαγωγών» από την Ουκρανία, τα οποία λήφθηκαν «χωρίς να ρωτηθούν τα κράτη μέλη», εγείρουν «σοβαρές ανησυχίες επειδή οδηγούν σε μια διαφοροποιημένη αντιμετώπιση στους κόλπους της εσωτερικής αγοράς», αναφέρει η επιστολή που περιήλθε σε γνώση του Γαλλικού Πρακτορείου.
Την επιστολή υπογράφουν οι υπουργοί Γεωργίας της Αυστρίας, του Βελγίου, της Ελλάδας, της Δανίας, της Εσθονίας, της Κροατίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας, του Λουξεμβούργου, της Ιρλανδίας, της Ολλανδίας και της Σλοβενίας.